ΓΙΑ ΤΗ ΒΟΥΛΑ ΜΑΣΤΟΡΗ

Μάνος Κοντολέων | Δημοσιεύτηκε 23 Νοεμβρίου 2016

Το έργο ενός συγγραφέα αποτιμάται όταν πλέον μπορεί να θεωρηθεί πως έχει περατωθεί. Και η περάτωση ενός συγγραφικού έργου είμαστε βέβαιοι πως συντελείται με το θάνατο του δημιουργού του.

Η Βούλα Μάστορη δεν είναι πλέον ανάμεσά μας. Υπάρχουν όμως τα βιβλία της. Πρέπει να πλησιάζουν τα πενήντα. Το πρώτο κυκλοφόρησε το 1975 και το τελευταίο λιγότερο από δυο μήνες πριν από το θάνατό της. Με λένε Αλέξη - με αυτό τον τίτλο η Βούλα Μάστορη δήλωνε το «παρών» της στο χώρο της παιδικής λογοτεχνίας. Σήμερα το βιβλίο εκείνο δεν κυκλοφορεί, αλλά ο τίτλος του νομίζω πως είναι δηλωτικός για την πορεία της Μάστορη. Μια πορεία που δεν πέρασε απαρατήρητη - καθόλου μάλιστα. Λες και η τριαντάχρονη τότε πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας είχε αποφασίσει να έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανανέωση της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους που θα υλοποιηθεί μέσα στη δεκαετία του ’80 και θα ολοκληρωθεί εντός των χρόνων της δεκαετίας του ’90.

Η Βούλα Μάστορη τα τρία περίπου πρώτα χρόνια - από το 1975 έως το 1978 - αναζητά τη συγγραφική της ταυτότητα. Θα τη βρει στο βιβλίο Ένα γεμάτο μέλια χεράκι και δεν θα είναι άλλη παρά η καταγραφή των σχέσεων μέσα σε μια οικογένεια. Αυτό το θέμα θα υπάρξει κυρίαρχο και στα επόμενα έργα της, μαζί με την ανίχνευση της γυναικείας ταυτότητας. Οι δυο αυτοί άξονες θα βρουν την πληρότητά τους στην τετραλογία Τ’ αυγουστιάτικο φεγγάρι (1982), Στο γυμνάσιο (1991), Ένα-Ένα-Τέσσερα (1993) και Κάτω απ’ την καρδιά της (1995).

Αν και παράλληλα με αυτά τα τέσσερα μυθιστορήματα η Μάστορη εκδίδει - και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία - κι άλλα μυθιστορήματα, κι άλλες μικρές ιστορίες και άλλα παραμύθια, όπως ακόμα και ιδιότυπα βιβλία γνώσεων και μεταγραφές μυθολογικών θεμάτων, αλλά και μια σειρά σημαντικών μεταφράσεων, στην ουσία αυτό που της δίνει το δικαίωμα να εγγραφεί ως μια βασική ανανεώτρια του μυθιστορήματος για εφήβους είναι ο τρόπος που συγγραφικά παρακολούθησε την ηρωίδα της (alter ego της;) Άννα.

Η γενιά του ’80 της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους - γενιά στην οποία όχι απλώς η Μάστορη ανήκει, αλλά είναι και από τα μέλη της εκείνα που με το έργο τους σηματοδοτούν τα βασικά χαρακτηριστικά της - πιστεύει πως οι ανήλικοι αναγνώστες πρέπει να έχουν την ευκαιρία να διαβάζουν κείμενα χωρίς διδακτισμό, με πλούσια γλώσσα και καλοσχεδιασμένους, πειστικούς ήρωες. Αυτές τις θέσεις υποστήριξε και η Βούλα Μάστορη και συχνά προκάλεσε πολύπλευρες αναστατώσεις στο χώρο τόσο της κριτικής όσο και της εκπαίδευσης.

Αλλά η Βούλα (ας μου επιτραπεί στη σημείο αυτό η χρήση του βαφτιστικού της ονόματος, μιας και τόσο η φιλία μας όσο και η κοινή μας πορεία ήταν συνεχείς) αρέσκετο στο να προκαλεί. Μα πίσω από την όποιας μορφής πρόκληση, ήταν φανερό πως κρυβότανε ένα σκανταλιάρικο κορίτσι που έπαιζε. Ίσως και γι’ αυτό αρκετά από τα βιβλία της τα χαρακτηρίζει ένα καθαρό, ολοζώντανο χιούμορ. Το παιδί που παίζει, η έφηβη που διεκδικεί. Η γυναίκα που...

Έπρεπε να έρθει ο νέος αιώνας για να αποφασίσει η Μάστορη να ασχοληθεί και με αυτό που τόσα χρόνια - πιστεύω - σπαρταρούσε κάτω από τις σελίδες που απευθύνονταν σε παιδιά και νέους.

Τρία μυθιστορήματα για ενήλικες μας άφησε - το τελευταίο απόλυτα αυτοβιογραφικό και με έναν σπαρακτικό τρόπο αποκαλυπτικό του τι, πίσω από τις μάσκες άλλοτε του χιούμορ κι άλλοτε της πρόκλησης, επιζητούσε να κρατήσει κρυφό.

Δεν είναι σωστό... Μάλλον είναι εντελώς αβάσιμο, αλλά εγώ αισθάνομαι την ανάγκη (και δεν είναι λόγω συναισθηματικής φόρτισης) να καταγράψω την άποψη πως η Βούλα Μάστορη βίωσε με ουσιαστικό τρόπο την απώλεια και την ασθένεια και θα μπορούσε με αυτό το βίωμα να γράψει μυθιστορήματα για ενήλικους αναγνώστες εφάμιλλα των κειμένων της για παιδιά και νέους. Δεν πρόλαβε... Ίσως και να μην το θέλησε. Όπως και να έχει, το έργο της αξίζει να συνεχίσει να διαβάζεται και βέβαια να μελετηθεί.